Συνέντευξη: Από το Λονδίνο στη Λόφου για να ριζώσουμε στον τόπο μας

Με τον Φοίβο Νικολαΐδη

Ο Δημήτρης Βιολάρης, 39 χρόνων σήμερα, είναι μόνιμος κάτοικος Λόφου. Βέβαια, δεν ήταν πάντα ούτε γεννήθηκε στο γραφικό χωριό. Γεννημένος στη Λεμεσό, επισκεπτόταν το χωριό μόνο με τους δικούς του. Κάποια στιγμή, βρέθηκε στη Γερμανία κι από εκεί στο Λονδίνο. Εκεί γνώρισε κι αγάπησε τον κόσμο του κρασιού, γι’ αυτό επέστρεψε στη Λόφου για να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα. Να δημιουργήσει το πρώτο επαρχιακό «wine shop-bar» σε χωριό, που να ασχολείται αποκλειστικά με τον τοπικό οίνο. Τρία χρόνια μετά κι έπειτα από πολύ κόπο, έχει δημιουργήσει ίσως ένα από τα πιο φιλόξενα επαρχιακά στέκια που μπορεί κανείς να επισκεφθεί.

Δημήτρη. μίλησέ μας λίγο για τον εαυτό σου, για το «Agrovino» και πώς προέκυψε.

Η σχέση μου με τη Λόφου είναι πολύ στενή, λόγω της μητέρας μου που κατάγεται από εδώ, γι’ αυτό και κάθε καλοκαίρι ερχόμασταν με τον παππού και τη γιαγιά μου κυρίως και μέναμε για έναν δυο μήνες στο χωριό. Μετά τις σπουδές μου στη Γερμανία στον τομέα του τουρισμού, βρέθηκα να δουλεύω για μεγάλο χρονικό διάστημα στο Λονδίνο σε μια εταιρεία με δώδεκα καταστήματα πώλησης κρασιών και δύο εστιατόρια. Αυτή ήταν και η πρώτη μου επαφή με το κρασί και πλέον είχα αποφασίσει πως ήθελα να ασχοληθώ επαγγελματικά με αυτό. Έτσι, πήρα τη μεγάλη απόφαση, το 2015, να επιστρέψω στην Κύπρο, και συγκεκριμένα στη Λόφου, και να αξιοποιήσω έναν χώρο που είχε ο πατέρας μου και να δημιουργήσω το σημερινό «Agrovino». Σήμερα, λοιπόν, δηλώνω περήφανος κάτοικος Λόφου.

Η Λόφου ακούγεται να είναι η μεγάλη σου αγάπη.

Ακριβώς. Όπως σας έχω αναφέρει ερχόμουν από μικρός στη Λόφου και έτσι ταυτίστηκα απόλυτα με το χωριό και τους ανθρώπους του. Η Λόφου παλιά ονομαζόταν «Λόφος», επειδή είναι χτισμένη σε λόφο. Έτσι, από τους κατοίκους χρησιμοποιείτο και σαν φυσικό οχυρό που τους προστάτευε από τους «εχθρούς» την τότε εποχή. Οι κάτοικοι της Λόφου κάποτε έφταναν τους 2.000. Πλέον έχουμε μείνει πενήντα άτομα. Ο κόσμος ξεκίνησε να εγκαταλείπει τη Λόφου τη δεκαετία του ’50, ωστόσο τα τελευταία χρόνια υπάρχει επιστροφή μερικών κατοίκων, κυρίως λόγω των ψηλών ενοικίων στη Λεμεσό.

Σήμερα στη Λόφου είσαι μόνος ή βρίσκεται εδώ και η οικογένειά σου;

Βρισκόμαστε εδώ οικογενειακώς. Την αρχή την έκανε ο πατέρας μου, το 1992, όταν αποφάσισε να ανοίξει το πρώτο εστιατόριο στο χωριό. Τότε, στο χωριό υπήρχε μόνο ένα καφενείο και ένα μικρό σουπερμάρκετ. Το ρίσκο ήταν μεγάλο, αλλά ο πατέρας μου αποφάσισε να το πάρει. Μουσικός και γεωργός στο επάγγελμα, δεν είχε και ιδιαίτερη σχέση με τη μαγειρική. Έτσι, στα 42 του αποφάσισε να γραφτεί στην ξενοδοχειακή σχολή για να μπορεί ο ίδιος να μαγειρεύει στο εστιατόριό του. Κι έτσι κι έγινε. Σήμερα, η ταβέρνα είναι σχεδόν κάθε μέρα γεμάτη. Εκεί απασχολούνται και η μητέρα μου με κάποια από τα αδέλφια μου, ενώ η μία μου η αδελφή ασχολείται με κάποια ενοικιαζόμενα καταλύματα που έχουμε στο χωριό.

Θα ήθελα να εστιάσουμε λίγο περισσότερο στο «Agrovino» και στο πώς λειτουργεί μέσα σε ένα χωριό.

Το «Agrovino» αρχικά λειτουργούσε ως καφετέρια. Αλλά θα έλεγα πως υπολειτουργούσε, αφού τη μια ήταν κλειστό, την άλλη ανοιχτό. Ερχόμενος εγώ πίσω από το Λονδίνο, αποφασισμένος πλέον και ξέροντας ακριβώς τι θέλω να κάνω, προσκαλώ στην Κύπρο έναν από τους μάνατζερ που είχα σε ένα από τα wine bars που δούλεψα στο Λονδίνο, για να πραγματοποιήσουμε μαζί κάποιες οινικές διαδρομές στην Κύπρο, έτσι ώστε να αποφασίσω με ποια κρασιά να ξεκινήσω στο μαγαζί. Μέσα σε μια βδομάδα επισκεφθήκαμε 18 συνολικά οινοποιεία, γνωρίζοντας τους παραγωγούς και δοκιμάζοντας τα κρασιά τους. Έτσι, ξεκίνησα με κρασιά περίπου πέντε οινοποιείων και σήμερα, που βρίσκομαι στον τρίτο χρόνο λειτουργίας, κατάφερα να έχω στη συλλογή μου κρασιά από 25 οινοποιεία από όλη την Κύπρο.

Δεν είχες κάποιους φόβους ή ενδοιασμούς πριν ξεκινήσεις αυτό το εγχείρημα;

Δεν είχα ούτε φόβους ούτε ενδοιασμούς. Γνώριζα πως έπαιρνα ένα ρίσκο, αλλά είχα ένα όραμα και ήθελα να το πραγματοποιήσω. Ήθελα να δημιουργήσω έναν χώρο που θα αναδείκνυε το κυπριακό κρασί όπως του αξίζει. Ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους παραγωγούς πλέον είναι τεράστιος, γι’ αυτό αναγκαστικά βελτιώνεται και η ποιότητα του κρασιού. Πολύς κόσμος υποτιμούσε το κυπριακό κρασί και εγώ ήθελα ακριβώς να αλλάξω αυτήν την εικόνα.

Πώς είναι η ζωή στο χωριό; Θα προέτρεπες τους νέους να επιστρέψουν στα χωριά τους;

Αρχικά, θα ήθελα να σας πω ότι ήταν μια τεράστια αλλαγή για μένα η μόνιμή μου εγκατάσταση στη Λόφου. Έζησα πέντε χρόνια στο Μόναχο και τρία χρόνια στο Λονδίνο. Εκεί ένιωθα συνέχεια κουρασμένος και δεν έβρισκα με τίποτα την ησυχία μου. Ήρθα στη Λόφου, λοιπόν, και ηρέμησα. Ο τρόπος ζωής στο χωριό είναι εντελώς διαφορετικός. Φυσικά θα προέτρεπα τους νέους να επιστρέψουν στα χωριά τους. Εγώ δεν στερούμαι απολύτως τίποτε, αντιθέτως μόνο κερδίζω. Ό,τι και να έχει σπουδάσει ο καθένας μας, δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να ασχοληθούμε με κάτι άλλο. Ελάτε πίσω στα χωριά και ασχοληθείτε με τον πρωτογενή τομέα. Η γη στα χωριά σάς περιμένει να την εκμεταλλευτείτε.

 

Εμείς ευχόμαστε στον Δημήτρη να παραμείνει αυθεντικός και να συνεχίσει αυτό που κάνει για πάρα πολλά χρόνια ακόμη. Ραντεβού, λοιπόν, στο «Agrovino Wine Shop & Bar».

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s