Η ψυχολογία με τη σύγχρονή της μορφή έχει πλέον καθιερωθεί στην καθημερινότητα του ανθρώπου. Από τους τομείς της εργασίας και της εκπαίδευσης μέχρι τις πολυεθνικές εταιρείες και τα σώματα ασφαλείας, ο ρόλος του ψυχολόγου, είτε ως ερευνητή είτε ως «μαχόμενου» είτε ο συνδυασμός και των δύο, είναι επιβεβλημένος. Αναπόφευκτα, όπως συμβαίνει συνήθως, η καθιέρωση της ψυχολογίας ως επιστήμης αλλά και του ρόλου του ψυχολόγου στην κοινωνία δημιούργησε μια μεγάλη παραφιλολογία γύρω από το όνομά της. Μια παραφιλολογία η οποία έχει τις ρίζες της βαθιά στο παρελθόν και σε πρακτικές για τις οποίες η σύγχρονη ψυχιατρική και ψυχολογία δεν μπορούν να είναι περήφανες. Με την ίδια λογική όμως που δεν μπορεί να είναι περήφανη η ανθρωπότητα για πολλές από τις πράξεις του παρελθόντος.
Η ψυχολογία δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τη συνεχή αναζήτηση και τον αναστοχασμό του ανθρώπου για την ύπαρξη, τα συναισθήματά του και την κοινωνία. Αποτελεί εκ των πραγμάτων παιδί της φιλοσοφίας, αφού δεν είναι απλώς ένα αποτέλεσμα θεωρητικών διατυπώσεων του πρόσφατου παρελθόντος, αλλά οι ρίζες της εκτείνονται μέχρι την αρχαία ελληνική φιλοσοφία. Ο Αριστοτέλης αποτέλεσε το ερέθισμα για αυτό που η ψυχολογία σήμερα χαρακτηρίζει ως θεωρία της κοινωνικής μάθησης – όπου η γνώση αποκτάται μέσω της εμπειρίας και των προτύπων του ανθρώπου. Ο Επίκουρος και οι συζητήσεις του περί θανάτου αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης και προβληματισμού για την υπαρξιακή ψυχοθεραπευτική προσέγγιση, η οποία θέτει το ζήτημα του «φόβου του θανάτου» ως θεμελιώδες για τον ανθρώπινο ψυχισμό και συμπεριφορά. Ο Ιπποκράτης από την άλλη έδωσε για πρώτη φορά ένα βιο-ιατρικό μοντέλο στην αντίληψη της ψυχής και των συναισθημάτων, συσχετίζοντας τα ψυχικά πάθη και συμπεριφορές με τη βιολογία του ανθρώπου. Ενώ η επαγωγική συλλογιστική μέθοδος του Σωκράτη αποτέλεσε πηγή έμπνευσης και μια από τις κύριες τεχνικές που υιοθετούνται από τη γνωστικο-συμπεριφορική ψυχολογία.
Παλαιότεροι αλλά και σύγχρονοι ψυχολόγοι και ψυχίατροι, από τον Φρόυντ, τον Βίννικοτ και την Κλέιν μέχρι τον Έλις, τον Μπεκ και τον Γιάλομ, εμπνεύστηκαν και άντλησαν παραδείγματα από συγγράμματα και προσωπικότητες του χώρου της φιλοσοφίας. Ως εκ τούτου, η ψυχολογία δεν είναι προϊόν παρθενογένεσης, ένα δημιούργημα των νεότερων χρόνων, ένα κλειστό λόμπυ των ελίτ διανοητικών ομάδων του 21ου αιώνα, ένας θάλαμος ψυχιατρείου ή μια τάση παθολογοποίησης των πάντων. Και κυρίως δεν είναι αποτέλεσμα μιας μετωπικής σύγκρουσης με τη φιλοσοφία. Αντίθετα, είναι ένα γνήσιο ενδιαφέρον για τον άνθρωπο, μια επίγνωση της μη τελειότητάς του και μια προσπάθεια για κατανόηση των μηχανισμών, συνειδητών, ασυνείδητων ή βιολογικών, που οδηγούν στη συμπεριφορά και στην ψυχοσυναισθηματική κατάσταση του ανθρώπου.
Η ψυχολογία ως εμπειρική επιστήμη λοιπόν έχει να διαδραματίσει ρόλο στις σύγχρονες κοινωνίες που δομούνται. Όχι ως πρωτεργάτης ούτε ως ακόλουθος, αλλά ως συνοδοιπόρος. Δεν έρχεται να καταρρίψει τη φιλία και την κοινότητα –έννοιες που στον Ελληνισμό κατέχουν περίοπτη θέση– ούτε να κατηγοριοποιήσει τους ανθρώπους. Αντίθετα, έρχεται να φωτίσει όλα αυτά που είναι σημαντικά για τον άνθρωπο, αναγνωρίζοντάς τον ως ένα κοινωνικό ον αλλά και ως βαθύτατα ατομικό. Λαμβάνοντας υπόψη το από πού έρχεται, πού πάει και μέσα σε τι σώμα κινείται. Και, το κυριότερο, δεν παραμυθιάζει πως κατέχει την αλήθεια, αλλά κάνει κάτι βαθιά ανθρώπινο: προσανατολίζεται προς αυτήν.
Γιώργος Λαγάκος
Πεζοδρόμιο αντί Πρόζακ